Χριστιανικός Ορθόδοξος Φιλανθρωπικός Σύλλογος Φίλων
Ιερού Ησυχαστηρίου Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου ο Άγιος Γρηγόριος Ο Παλαμάς
Καλάθι αγορών : 0 | 0,00
Κατηγορίες

Η Παλαιά Διαθήκη Α' με σύντομη ερμηνεία

Κωδικός: SOT-055



Έχετε 0 προϊόντα στο καλάθι

Ποσότητα:

Η Παλαιά Διαθήκη Α'

με σύντομη ερμηνεία

Νέα δίτομη έκδοση της Παλαιάς Διαθήκης, καρπός πολυετούς συνεργασίας ομάδας θεολόγων και φιλολόγων.
Είναι η μοναδική που συνδυάζει το πρωτότυπο κείμενο των «Εβδομήκοντα» με σύντομη ερμηνευτική απόδοση στη Νεοελληνική.


Σκληρό εξώφυλλο

Σχήμα: 16 Χ 24
Σελίδες: 1264
ISBN: 978-618-212-037-8

Για τον Β' τόμο πατήστε εδώ



Νέα δίτομη έκδοση της Παλαιάς Διαθήκης, καρπός πολυετούς συνεργασίας ομάδας θεολόγων και φιλολόγων.

Είναι η μοναδική που συνδυάζει το πρωτότυπο κείμενο των «Εβδομήκοντα» με σύντομη ερμηνευτική απόδοση στη Νεοελληνική. Αποτελεί επιτομή του μνημειώδους συλλογικού έργου της εικοσάτομης Παλαιάς Διαθήκης (κείμενο, ερμηνεία και εκτενείς εισαγωγές με σχόλια σε κάθε κεφάλαιο), η οποία απέσπασε βραβείο από την Ακαδημία Αθηνών (2002).

Η νέα έκδοση περιέχει ακόμη:
• Γενική εισαγωγή στην Παλαιά Διαθήκη
• Σύντομη εισαγωγή σε κάθε βιβλίο
• Λεξικό ειδικών όρων
• Πίνακες μέτρων, σταθμών, νομισμάτων, ιουδαϊκών μηνών και εορτών
• Χάρτες εποχής και ευρετήριο τοπωνυμίων των χαρτών
• Πίνακα αναγνωσμάτων σύμφωνα με τη λειτουργική τους χρήση
• Συγκριτικούς χρονολογικούς πίνακες
• Πρωτότυπη εικονογράφηση σε κάθε βιβλίο
• Σχεδιαστικές απεικονίσεις ιερών σκευών, ιερατικών στολών και του Ναού της Ιερουσαλήμ στις διάφορες φάσεις του.

Τη νέα ερμηνεία επευλόγησαν με επιστολές τους το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος.

ΠΡΟΛΟΓΟΣ 5
ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΠΡΟΚΑΘΗΜΕΝΩΝ 7
ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ 11
ΕΙΣΑΓΩΓΗ 14
ΓΕΝΕΣΙΣ 17
ΕΞΟΔΟΣ 158
ΛΕΥΙΤΙΚΟΝ 257
ΑΡΙΘΜΟΙ 331
ΔΕΥΤΕΡΟΝΟΜΙΟΝ 434
ΙΗΣΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑΥΗ 521
ΚΡΙΤΑΙ 581
ΡΟΥΘ 645
ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Α' 655
ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Β'  733
ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Γ'  799
ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Δ'  885
ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Α' 958
ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β'  1026
ΕΣΔΡΑΣ Α' 1110
ΕΣΔΡΑΣ Β' 1147
ΝΕΕΜΙΑΣ 1171
ΤΩΒΙΤ 1204
ΙΟΥΔΙΘ 1227

ΤΟ ΟΝΟΜΑ

Η Αγία Γραφή ονομάζεται «Διαθήκη», δηλαδή απαράβατη συνθήκη που έκανε ο Θεός με τους ανθρώπους. Ο όρος «Παλαιά» έχει καθαρά χριστιανική προέλευση. Καθιερώθηκε από την Εκκλησία μετά τη συγγραφή της «Καινής» και χρησιμοποιείται συμβατικά, για να διακρίνεται χρονικά από την «Καινή». Αυτό ακριβώς εξηγεί και ο απόστολος Παύλος λέγοντας: «Όταν ο Θεός μίλησε για «Καινή Διαθήκη», ουσιαστικά από τότε κατέστησε
«Παλαιά» την πρώτη Διαθήκη του» (Εβρ. η’ 13).

Ο ΠΑΛΑΙΟΣ ΚΑΙ Ο ΝΕΟΣ ΙΣΡΑΗΛ

Η Παλαιά Διαθήκη είχε ως αρχικό αποδέκτη τον λαό του Ισραήλ, τον οποίο ο Θεός ονόμασε «περιούσιο», δηλαδή περιουσία δική του, λαό αγαπητό, τον οποίο ξεχώρισε ο ίδιος ο Θεός μέσα από όλα τα άλλα έθνη. Γιατί όμως ο Θεός διάλεξε τον Ισραήλ και όχι κάποιον άλλο λαό; Διάλεξε μέσα από όλους τους λαούς της γης τον ισραηλιτικό λαό ως λαό αφιερωμένο στον ίδιο, διότι από τον λαό αυτό επρόκειτο να γεννηθεί ο ίδιος ως άνθρωπος. Έπειτα οι Ισραηλίτες ήταν ο μόνος λαός στον κόσμο που πίστευε σε ένα μοναδικό αληθινό Θεό. Γι’ αυτό και ο Θεός μέσα από τους Ισραηλίτες έδειχνε τη δύναμή του και δίδασκε σε όλους τους ανθρώπους τον δρόμο της θεογνωσίας. Όταν ο Θεός στο όρος Σινά είχε καλέσει τον λαό αυτό να γίνει δικός του, όλος ο λαός τότε είχε αποκριθεί με μία ψυχή: «Όλα όσα είπε ο Θεός θα τα εφαρμόσουμε» (Εξ. ιθ’ 8). Αλλά και ο ίδιος ο Κύριος διαβεβαίωσε τους Ισραηλίτες ότι θα τηρήσει απαρέγκλιτα τη συνθήκη του αυτή θέτοντας όμως έναν όρο· ότι οι Ισραηλίτες θα την αποδέχονταν ολόψυχα και θα τηρούσαν τη «Διαθήκη» του, τη συμφωνία που είχε συνάψει μαζί τους (Εξ. ιθ’ 5). Έτσι «υπογράφτηκε» η Παλαιά Διαθήκη.

Μετά από χιλιάδες χρόνια ο Θεός, που έγινε άνθρωπος, συνάπτει νέα συνθήκη, την Καινή Διαθήκη, που έχει αποδέκτη τον νέο Ισραήλ, δηλαδή τα μέλη της Εκκλησίας του όλης της οικουμένης.

Ο ΙΔΙΟΣ ΘΕΟΣ

Αν και στην Παλαιά και στην Καινή Διαθήκη δρουν διαφορετικά πρόσωπα, σε διαφορετικές εποχές, και μάλιστα σε χρονικό διάστημα πολλών αιώνων, δίνουν όλοι την ίδια αρμονική μαρτυρία. Διότι το ίδιο Άγιο Πνεύμα ενεργεί σ’ αυτούς. Αυτό μιλάει με το στόμα των Προφητών, αυτό με το στόμα των Αποστόλων. Γι’ αυτό και ο ιερός Χρυσόστομος τονίζει: «Κανείς ας μη λέει ότι άλλο ήταν το Πνεύμα στην Παλαιά και άλλο είναι στην Καινή. Το ίδιο Άγιο Πνεύμα μίλησε στην Παλαιά, το ίδιο και στην Καινή Διαθήκη»1.

Και στις δύο Διαθήκες ενεργεί ο ίδιος Θεός. Ο ίδιος Κύριος προφητεύθηκε στην Παλαιά και αποκαλύφθηκε στα χρόνια της Καινής. Ο ίδιος είναι ο Νομοθέτης και των δύο Διαθηκών. Αυτός προσάρμοσε την κάθε νομοθεσία ανάλογα με τη διαφορά των εποχών.

Όμως, ακόμη και αν οι νόμοι της Παλαιάς Διαθήκης ήταν αντίθετοι με τους νόμους της Καινής, και πάλι δεν θα ήμασταν υποχρεωμένοι να υποθέσουμε ότι υπάρχει διαφορετικό Πνεύμα στις δύο Διαθήκες. Διότι οι νόμοι της Παλαιάς γράφτηκαν για άλλους ανθρώπους, για άλλη εποχή. Επειδή λοιπόν στα πρώτα χρόνια της ανθρωπότητος η κακία είχε οδηγήσει τους ανθρώπους σε ζωώδη κατάσταση, «έργο της Παλαιάς Διαθήκης ήταν να αποκαταστήσει τον άνθρωπο στη φύση του· ενώ της Καινής να ανεβάσει τον άνθρωπο σε ανώτερη φύση, να τον καταστήσει άγγελο»2 ή, ακόμη περισσότερο, να τον καταστήσει κατά χάριν Θεό.

ΚΕΝΤΡΟ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ

Το πρόσωπο του Κυρίου μας είναι το κέντρο όλης της Αγίας Γραφής. Λέει ο ιερός Χρυσόστομος: «Οι δύο Διαθήκες δορυφορούν τον ίδιο Δεσπότη. Ο ίδιος Κύριος προκαταγγέλεται από τους προφήτες, ο ίδιος διακηρύσσεται στην Καινή Διαθήκη»3. Το περιεχόμενο της Παλαιάς Διαθήκης δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία συνεχής προτύπωση του προσώπου και του έργου του Μεσσία, τον οποίο περίμενε ο Ισραήλ. Είναι αδύνατον λοιπόν να κατανοήσει κανείς την Παλαιά Διαθήκη, εάν δεν έχει μπροστά στα μάτια του την εκπλήρωσή της, που συντελέσθηκε στην Καινή.

ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ

Η Παλαιά Διαθήκη επέδρασε και συνεχίζει να επιδρά σε όλη τη ζωή της Εκκλησίας· στη θεολογία, στην υμνογραφία και στη λατρεία της. Βέβαια το σύστημα των θυσιών της Παλαιάς Διαθήκης καταργήθηκε. Διότι ήταν προτύπωση της μοναδικής θυσίας του Κυρίου μας πάνω στον Σταυρό. Κι από τις εντολές της Παλαιάς Διαθήκης πολλές ενσωματώθηκαν στο Ευαγγέλιο, αφού προσαρμόσθηκαν στο πνεύμα της Καινής.

Η Παλαιά Διαθήκη άλλωστε αναγινωσκόταν στις λατρευτικές συνάξεις της πρώτης Εκκλησίας. Πριν ακόμη εμπλουτισθεί η υμνολογία της Εκκλησίας μας, στη λατρεία της επικρατούσε η ψαλμωδία από την Παλαιά Διαθήκη. Αλλά και στις μέρες μας, σ’ όλες τις ακολουθίες της Εκκλησίας μας είναι διάσπαρτη η χρήση κειμένων και ψαλμών της Παλαιάς Διαθήκης.

Εξάλλου και οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας έχουν ως εντρύφημά τους την Παλαιά Διαθήκη. Αλλά και οι Χριστιανοί στα σπίτια τους μελετούσαν την Παλαιά Διαθήκη και αποστήθιζαν διάφορους Ψαλμούς, καθώς το πιο αγαπητό βιβλίο τους ήταν το Ψαλτήριο.

ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ

Τα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης δεν ήταν ενσωματωμένα εξαρχής σ’ ένα ενιαίο βιβλίο. Γράφτηκαν σε τελείως διαφορετικές εποχές και εντάχθηκαν σε ενιαίο βιβλίο πολύ αργότερα. Ο κατάλογος των βιβλίων που εντάχθηκαν στην Αγία Γραφή, ονομάζεται στη θεολογική γλώσσα «Κανόνας».

Η λέξη «κανόνας» βέβαια κυριολεκτικά σημαίνει «μέτρο». Μεταφορικά χρησιμοποιείται και για την Αγία Γραφή, επειδή αποτελεί τον κανόνα, δηλαδή το μέτρο της χριστιανικής πίστεως και ζωής. Η σημασία του Κανόνα εκτείνεται αργότερα και στον κατάλογο των ιερών βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης, όπως και της Καινής. Έτσι προκύπτουν οι όροι «κανονικά», «πρωτοκανονικά», «δευτεροκανονικά» βιβλία που συμπεριλήφθηκαν στον Κανόνα της Αγίας Γραφής.

Βασικό κριτήριο για την ένταξη κάποιου βιβλίου στον Κανόνα της Αγίας Γραφής τόσο για την Ιουδαϊκή Συναγωγή, όσο αργότερα και για τη χριστιανική Εκκλησία ήταν η θεοπνευστία του και η αυθεντικότητά του. Αυτά εξασφαλίζονταν από τον χρόνο της συγγραφής του βιβλίου, τον τόπο προέλευσής του, τη γλώσσα του και προπαντός από το κύρος του συγγραφέα του.

Έτσι δημιουργήθηκαν δύο Κανόνες, δύο δηλαδή συλλογές βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης. Πρώτος ο ιουδαϊκός ή παλαιστινιακός Κανόνας, ο οποίος ονομάστηκε έτσι από τον τόπο προέλευσής του, την Παλαιστίνη, και περιείχε 39 βιβλία. Ο δεύτερος ονομάστηκε ελληνικός από τη γλώσσα στην οποία ήταν γραμμένος, αλλά και αλεξανδρινός από τον τόπο προέλευσής του. Περιείχε 49 βιβλία, 39 πρωτοκανονικά, αυτά ακριβώς του ιουδαϊκού Κανόνα, και 10 ακόμη, τα δευτεροκανονικά, όπως χαρακτηρίστηκαν αργότερα. Και οι δύο Κανόνες απαρτίζονται από τρεις κατηγορίες βιβλίων, τα ιστορικά, τα ποιητικά και τα προφητικά.

Η πρώτη χριστιανική Εκκλησία παρέλαβε από τους Ιουδαίους τον αλεξανδρινό Κανόνα της Παλαιάς Διαθήκης και τον αναγνώρισε ως μαρτυρία της θείας αποκαλύψεως, ως πηγή της διδασκαλίας της. Γιατί όμως παρέλαβε τον ευρύτερο αλεξανδρινό Κανόνα και όχι τον μικρότερο ιουδαϊκό; Η απάντηση είναι απλή: Πρώτον, διότι τον Κανόνα εκείνο χρησιμοποιούσαν οι Ιουδαίοι των πρωτοχριστιανικών χρόνων. Και δεύτερον, προσέλαβε η Εκκλησία τον ευρύτερο αυτόν Κανόνα με όλα τα βιβλία που αποδέχονταν οι Ιουδαίοι εκείνη την εποχή, για να μην μπορούν αργότερα οι Ιουδαίου να ισχυρίζονται ότι η Χριστιανική Εκκλησία παρέλαβε επιλεκτικά μόνο τα βιβλία που ήθελε. Γι’ αυτό και ο αλεξανδρινός Κανόνας ονομάστηκε από τότε και «χριστιανικός» Κανόνας.

Ο ίδιος ο Κύριος άλλωστε και οι άγιοι Απόστολοι αναφέρονταν συχνά και στα δευτεροκανονικά βιβλία ως θεόπνευστα και κανονικά. Εξάλλου πολλοί Πατέρες χρησιμοποιούσαν χωρίς διάκριση τόσο τα πρωτοκανονικά, όσο και τα δευτεροκανονικά βιβλία ως θεόπνευστα. Υπήρξαν βέβαια και κάποιοι Πατέρες οι οποίοι ακολουθούσαν την παράδοση του στενότερου Κανόνα· αλλά οι ίδιοι στην πράξη εκδήλωναν την εκτίμησή τους και στον ευρύτερο Κανόνα, ενώ παρέθεταν χωρία και από τα δευτεροκανονικά βιβλία. Αλλά και τα πρακτικά των Συνόδων αποδεικνύουν ότι στην πράξη δεν γινόταν διάκριση πρωτοκανονικών και δευτεροκανονικών βιβλίων.

Η επίσημη αναγνώριση του καταλόγου των βιβλίων που αποτελούσαν τους Κανόνες της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης από την Εκκλησία, έγινε στην Ανατολή κυρίως από τη Σύνοδο της Λαοδίκειας το 363, ενώ στη Δύση από τις Συνόδους της Ιππώνος το 393 και της Καρθαγένης το 397. Έτσι οι δύο Διαθήκες αναγνωρίσθηκαν από όλη την Εκκλησία ως βιβλία που περιέχουν τη μία Αποκάλυψη του Θεού, που έγινε προοδευτικώς, και ως ο ιερός κανόνας της χριστιανικής πίστεως.

Οι Προτεστάντες έθεσαν σε δεύτερη μοίρα κάποια βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης τα οποία ονόμασαν «δευτεροκανονικά» και τα χαρακτήρισαν ως απόκρυφα, θεωρώντας ότι αυτά έχουν αξία μόνο για ιδιωτική χρήση. Γι’ αυτό η Αγία Γραφή των Προτεσταντών περιλαμβάνει 39 μόνο βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης και όχι 49.

Στις μέρες μας η Ορθόδοξη Εκκλησία δέχεται ότι τα δευτεροκανονικά βιβλία είναι ισόκυρα με τα πρωτοκανονικά.

Η ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΩΝ ΕΒΔΟΜΗΚΟΝΤΑ (Ο’)

Με την επικράτηση της ελληνικής γλώσσας στον χώρο της Ανατολής από τον 4ο π.Χ. αιώνα, οι Ιουδαίοι της Αιγύπτου ξέχασαν στη Διασπορά τη μητρική τους γλώσσα και οι περισσότεροι άρχισαν να μιλούν την ελληνική. Γι’ αυτό δεν μπορούσαν πλέον να κατανοήσουν το εβραϊκό κείμενο της Παλαιάς Διαθήκης. Έτσι δημιουργήθηκε η ανάγκη να μεταφραστούν στην ελληνική γλώσσα τα ιερά βιβλία. Γι’ αυτό τον 3ο αιώνα π.Χ., στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου Ιουδαίοι διανοούμενοι που γνώριζαν καλά την ελληνική γλώσσα, μετέφρασαν το πρωτότυπο εβραϊκό κείμενο της Παλαιάς Διαθήκης στην ελληνική γλώσσα.

Η μετάφραση αυτή, σύμφωνα με την παράδοση, εκπονήθηκε από 72 μεταφραστές και ονομάστηκε «Μετάφραση των Εβδομήκοντα». Όλο το μεταφραστικό έργο ξεκίνησε στο α’ μισό του 3ου π.Χ. αιώνα και ολοκληρώθηκε στα μέσα του 2ου π.Χ. αιώνα, δηλαδή μέσα σε περισσότερα από εκατό χρόνια.

Η θεολογική σπουδαιότητα της μετάφρασης αυτής ήταν τεράστια. Υπήρξε το επίσημο αγιογραφικό κείμενο της αδιαίρετης χριστιανικής Εκκλησίας και επέδρασε στη θεολογική σκέψη και τη λατρευτική ζωή όλης της Εκκλησίας.

Η ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ

Έχουμε χρέος να μελετούμε την Παλαιά Διαθήκη, και μάλιστα μεθοδικά, με τάξη, με πνεύμα προσευχής· πάντοτε με τη βοήθεια των Πατέρων και των ιερών ερμηνευτών της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας και προπαντός με διάθεση μαθητείας.

Η μελέτη της Παλαιάς Διαθήκης θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε βαθύτερα την Καινή Διαθήκη. Για να γίνει αυτό, θα πρέπει να διαβάζουμε την Παλαιά Διαθήκη ως προφητική προαναγγελία του Χριστού και την Καινή Διαθήκη ως φανέρωση του Χριστού και ερμηνεία της Παλαιάς. Ας ξεκινήσουμε λοιπόν μια συστηματική μελέτη της θεόπνευστης Αγίας Γραφής, της μεγάλης αυτής δωρεάς του Θεού σε μας, τους ανθρώπους.

Μάριος Ν. Δομουχτσής





Login-iconLogin
active³ 5.5 · IPS κατασκευή E-shop · Όροι χρήσης