Από τον Πρόλογο του επιμελητή Βασίλη Αργυριάδη:
«Ο Αρχιμανδρίτης Ιωάννης (Ιβάν Μιχαήλοβιτς Κρεστιάνκιν) της Μονής των Σπηλαίων του Πσκώφ γεννήθηκε το 1910 στην πόλη Ορυόλ της Ρωσίας. Ήταν το όγδοο παιδί του Μιχαήλ και της Ελιζαβέτας Κρεστιάνκιν. Το όνομα Ιβάν (Ιωάννης) του δόθηκε προς τιμήν του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου. Εισήλθε από νωρίς στις τάξεις του κλήρου, αλλά το 1950 συνελήφθη
από τις σοβιετικές αρχές. Την καταγγελία την είχαν κάνει τρεις άνθρωποι: ο υπεύθυνος για την διοίκηση του μοσχοβίτικου ναού, όπου υπηρετούσε ο π. Ιωάννης, ο χοράρχης του ίδιου ναού και ο πρωτοδιάκονος. Συκοφάντησαν τον ιερέα ότι κάνει αντισοβιετική προπαγάνδα.
Στην εσωτερική φυλακή της Λουμπιάνκα, ο π. Ιωάννης πέρασε σχεδόν ένα χρόνο σε κελί προφυλάκισης. Στη διάρκεια των ανακρίσεων τον βασάνιζαν σκληρά. Ο ανακριτής ήταν συνομήλικός του — είχαν κλείσει και οι δύο τα σαράντα τους χρόνια. Τον έλεγαν κι εκείνον Ιωάννη. Ακόμα και το πατρώνυμό τους ήταν ίδιο: Μιχαήλοβιτς. Ο π. Ιωάννης έλεγε στο τέλος της ζωής του ότι κάθε μέρα τον μνημόνευε στις προσευχές του. Μα και δεν μπορούσε να τον ξεχάσει. «Μου έσπασε όλα μου τα δάχτυλα!», έλεγε με κάποια έκπληξη ο Γέροντας, φέρνοντας τα σακατεμένα του χέρια μπροστά στα σχεδόν τυφλά μάτια του.
Με σκοπό την πλήρη αποκάλυψη των εγκλημάτων του κατηγορουμένου, ο ανακριτής όρισε κατ' αντιπαράσταση εξέταση με τον ίδιο τον υπεύθυνο του ναού. Ο π. Ιωάννης ήξερε ήδη ότι εκείνος ο άνθρωπος ήταν η αιτία της σύλληψης και των βασανιστηρίων του. Αλλά όταν ο υπεύθυνος μπήκε στο γραφείο, ο π. Ιωάννης τον σφιχταγκάλιασε — τόσο πολύ χάρηκε που είδε τον αδελφό-ιερέα, με τον οποίο είχε συλλειτουργήσει τόσες φορές στο ναό! Στην αγκαλιά του π. Ιωάννη, ο υπεύθυνος του ναού κατέρρευσε και έχασε τις αισθήσεις του. Η κατ' αντιπαράσταση εξέταση δεν έγινε ποτέ, αλλά και χωρίς αυτή ο π. Ιωάννης καταδικάστηκε σε οκτώ χρόνια εγκλεισμού σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Ο Γέροντας θα παραμείνει τελικά στα στρατόπεδα για πέντε χρόνια. Στο τέλος της επίγειας διαδρομής του συνήθιζε να αναφέρει ότι εκείνα τα χρόνια ήταν τα πιο ευτυχισμένα της ζωής του! «Ο Θεός ήταν δίπλα μου», έλεγε, «Για κάποιο λόγο, δεν θυμάμαι κάτι άσχημο. Μόνο αυτό θυμάμαι: ο ουρανός ανοιχτός και οι Άγγελοι να ψέλνουν στους ουρανούς! Τώρα τέτοια προσευχή δεν έχω...».
Ο γέροντας Ιωάννης κοιμήθηκε εν Κυρίω το 2006, πλήρης ημερών (96 χρονών) και έχοντας σχεδόν χάσει το φως του.
Μέχρι το τέλος της ζωής του, στάθηκε πνευματικός πατέρας αναρίθμητων ψυχών, που αντλούσαν από το πρόσωπό του παραμυθία και δύναμη. «Έναν αληθινό πνευματικό πατέρα διαθέτουμε στη Ρωσία», είχε πει κάποτε ο Πατριάρχης Ποιμήν, «τον π. Ιωάννη Κρεστιάνκιν»!
Ένα από τα πολλά χαρίσματα του Γέροντα ήταν και η μεγάλη δύναμη της προσευχής του. Αυτή τη δύναμη εκζητούσαν άνθρωποι από κάθε γωνιά της Ρωσίας, με επιστολές τους. Και σ' αυτές τις επιστολές, ο Γέροντας απαντούσε άοκνα μέχρι το τέλος του...
Οι εκδόσεις Εν πλω παραδίδουν στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό τον πρώτο τόμο από τις επιστολές του π. Ιωάννη Κρεστιάνκιν. Θα ακολουθήσει σύντομα και ο δεύτερος.
Οι επιστολές αυτές δεν γράφτηκαν για να αποτελέσουν κάποτε το υλικό κάποιας ανθολογίας. Μέσα σ' αυτές ο αναγνώστης θα συναντήσει ζέουσα την πάλη του ανθρώπου με το καθημερινό, το συγκεκριμένο, το χειροπιαστό — οδυνηρά τετριμμένο για όλους και πάντοτε οδυνηρά μοναδικό για τον καθένα ξεχωριστά, που ζει στις ιδιαίτερες συνθήκες του βίου του. Ο Γέροντας ασχολείται με αυτό το καθημερινό και συγκεκριμένο, «με λεπτότητα και αγάπη». Όχι για να παρεμβάλλει τον εαυτό του στις ζωές των άλλων, αλλά για να τους υπενθυμίσει ότι πρέπει οι ζωές τους να μπολιαστούν από την παρουσία του Κυρίου και να αφεθούν στο θέλημά Του.
Κάθε παραλήπτης των επιστολών του π. Ιωάννη είναι για τον Γέροντα ένα ξεχωριστό και ιδιαίτερο πρόσωπο. Του απευθύνεται με σεβασμό και μπαίνει στη θέση του σηκώνοντας ο ίδιος το πρόβλημα στις πλάτες του (πράγμα που καθρεφτίζεται και στο ότι χρησιμοποιεί πολύ συχνά πρώτο πληθυντικό πρόσωπο στις προτροπές του). Ταυτόχρονα όμως, δεν διστάζει να είναι όταν πρέπει αυστηρός. Δεν αφήνει τον αναγνώστη του έρμαιο της ανευθυνότητας, δεν τον παραπλανά προβάλλοντάς του μια πνευματική ζωή απορφανισμένη από την προσωπική ευθύνη και το κόστος της. Μέσα από το ύφος του συντάκτη των επιστολών, ο αναγνώστης θα συναντήσει την ευθύτητα της πνευματικής ζωής, την ανυπόκριτη ειλικρίνεια και τον συνδυασμό όλων αυτών με την αγάπη και τον σεβασμό προς τον άλλο. Θα συναντήσει επίσης μια δύσκολη και τίμια στάση απέναντι στην υπόθεση της χριστιανικής ζωής: ημίμετρα και υπεκφυγές δεν χωρούν.
Μέσα από τα λόγια του Γέροντα, φανερώνεται ένας άνθρωπος που ζει τη ζωή που προτείνει. Είναι συγκινητική η σχέση του με τους αγίους. «Να προσευχηθείς στον τάδε άγιο... να προσευχηθείς στη τάδε αγία», προτρέπει σε πολλές επιστολές. Και ο αναγνώστης νιώθει την οικειότητα του Γέροντα με τους αγίους: σαν να είναι αγαπημένα πρόσωπα της καθημερινότητάς του, σαν να είναι εξοικειωμένος με την «εξειδίκευση» του καθενός και άρα έχει κάθε λόγο να προτείνει στον κάθε πιστό (ανάλογα με το πρόβλημά του) τη μέριμνα της ξεχωριστής τους παρρησίας στον Θεό.
Διαβάζοντας τα λόγια του π. Ιωάννη, βλέπεις μέσα σου να σκιρτά μια ζέση για την υπόθεση που λέγεται χριστιανική ζωή — ξανανάβει ό,τι έχει σβήσει, ξαναρχίζει ό,τι έχει διακοπεί. Και κάτι μέσα σου μαλακώνει. Είναι σαν να επισκέπτεσαι το κελάκι όπου έζησε ένας άγιος: αξιώνεσαι να χαϊδέψεις με το βλέμμα σου ό,τι άγγιξαν τα χέρια του αγίου, και κάτι μέσα σου ησυχάζει. Περιστέλλεται η ανεμοζάλη του βίου, υποχωρεί η χυδαία σου φιλαυτία. Νιώθεις πως κάποτε σε τούτο το μέρος συναντήθηκε ο άνθρωπος με τη χάρη του Θεού, κι απ' αυτή τη συνάντηση κάτι ξεχείλισε και νότισε τα πάντα˙ κι εσύ αυτό το κάτι δεν το αξίζεις...
Μα αν συμβαίνει αυτό στους τόπους, στα ντουβάρια και τα αντικείμενα της σκληρής καθημερινότητας, τότε συμβαίνει και στα λόγια, αυτά που δεν τα πήραν μαζί τους τα αγιασμένα χείλη με την τελευτή τους, αλλά μας τα άφησαν εδώ κάτω, για να τα 'χουμε φυλαχτό για το δρόμο.
Αυτά τα λόγια θα κερδίσει ο αναγνώστης. Αυτά τα λόγια κι ό,τι δώσει ο Θεός να γεννηθεί μέσα του απ' αυτά. Διότι, όπως λέει και ο π. Ιωάννης, «ο Κύριος είναι αγάπη, κι η αγάπη όλα τα αισθάνεται και τα νιώθει πιο ζωντανά...».