ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΕΡΟΝΤΑ ΜΟΥ ΑΡΧΙΜ. π. ΕΦΡΑΙΜ
Τι μεγαλείόν εστιν η Θεία Λειτουργία! Πόσο τιμά ο Θεός τον άνθρωπο, να κατέρχεται μετά των Αγγελικών ταγμάτων εις κάθε Λειτουργίαν και να τρέφη τον άνθρωπον με το Πανάγιο Σώμα και Αίμα Του! Πάντα γαρ απέδωκεν ημίν· ποίον πράγμα υπάρχει σωματικόν ή πνευματικόν, φθαρτόν ή άφθαρτον, το οποίον μας υστερεί; Ουδέν. Εάν μας δίδη καθημερινώς το τεθεωμένον Άγιον Σώμα Του και Αίμα Του, ποίόν εστι τούτων ανώτερον; Βεβαίως ουδέν. Εν ποίοις μυστηρίοις ηξίωσεν ο Θεός τον χοϊκόν άνθρωπον να λειτουργή! Ω αγάπη ουρανία, ανεκτίμητος· μία σταγών θείας αγάπης υπερβαίνει πάσαν αγάπην υφήλιον, σωματικήν, εγκόσμιον.
Η αμαρτία των πρωτοπλάστων ήτο αρχή και ρίζα όλων των μέχρι σήμερον και μέχρι της συντελείας των αιώνων, θλιβερών γεγονότων. Η μία παρακοή, ως σπέρμα εντός της μήτρας της Εύας, εκυοφόρησε και μετέδωκε τον σωματικόν και ψυχικόν θάνατον εις το εξ αυτής προελθόν ανθρώπινον γένος. Και πού να εφαντάζετο η τάλαινα Εύα ότι η μικρά γεύσις του καρπού θα εδημιούργει τόσην καταστροφήν και κόλασιν, ώστε να εξαναγκάση εις «συνέντευξιν» την Αγίαν Τριάδα, διά να αποσταλή το ένα Πρόσωπον της ζωαρχικής Τριάδος εις τον κόσμον και να υποστή εκ του έργου των χειρών Του, εκ του ανθρώπου, ραπίσματα, κολαφίσματα, μαστίγωσιν, εμπτύσματα και κάθε αισχρότητα, και να κρεμασθή επί Σταυρού ως κατάρα! «Επικατάρατος πας ο κρεμάμενος επί ξύλου». 1
Αυτού του Ιησού μας, της γλυκείας λυτρώσεώς μας, του φωτός των εσκοτισμένων μας ψυχών, αναπαρίσταται εις κάθε Θείαν Λειτουργίαν το πάθος του Σταυρού και η ζωηφόρος Ανάστασις, δι’ ων εξιλεώνεται κάθε αμαρτωλή ψυχή. Πόση η αγάπη του Ιησού δι’ ημάς! Έλαβε την ανθρωπίνην φύσιν και εκρεμάσθη επί του Σταυρού, αποδίδοντας εις ημάς την ελευθερίαν και την εξόφλησιν του χρέους προς τον Ουράνιόν Του Πατέρα· και ως προσφιλέστατος αδελφός μάς αξιώνει της συγκληρονομίας του απείρου πλούτου του Ουρανίου Του Πατρός. Και αν εις τον παλαιόν νόμον, εις την σκιάν των πραγμάτων, το αίμα ταύρων και τράγων και σποδός δαμάλεως εκαθάριζε τους κεκοινωμένους, πόσον μάλλον το Αίμα το πανάγιον του Χριστού, το εν τοις αγίοις Θυσιαστηρίοις των αγίων του Θεού Εκκλησιών μεταλαμβανόμενον, θα καθαρίση ημάς από κάθε αμαρτίαν και θα θερμάνη τας ψυχάς μας εις τον θείον έρωτα του γλυκυτάτου Ιησού μας. Το Αρνίον το σφραγισθέν διά την ιδικήν μας σωτηρίαν, Αυτό θα λούση και ημάς με το πανάγιον Αίμα Του, θα πλύνη την βρώμα των αμαρτιών μας και θα μας αναπαύση αιώνια!
Ω, πόσον απαραιτήτως πρέπει και οφείλομεν παντί τρόπω να προσερχώμεθα εις την ουράνιον ταύτην συνεστίασιν, ην παρέχει ημίν τούτο το υπερφυές Μυστήριον της Αγίας Τραπέζης! Μετά φόβου και ευλαβείας να στεκώμεθα εις την Εκκλησίαν, διότι αοράτως ο Χριστός μας με τους αγίους Αγγέλους παρευρίσκεται. Τους προσέχοντας και ευλαβείς τους εμπιμπλά χάριτος και ευλογίας. Τους απροσέκτους κατακρίνει ως αναξίους.
Οι Άγγελοι διακονούν και οι πιστοί προσέρχονται να φάγουν και να πίουν Σώμα και Αίμα Χριστού -«Σώμα Χριστού μεταλάβετε, πηγής αθανάτου γεύσασθε»- ίνα ούτω ζήσουν εν Χριστώ και μη αποθάνουν τη αμαρτία. Λοιπόν, «δοκιμαζέτω δε άνθρωπος εαυτόν, και ούτως εκ του άρτου εσθιέτω και εκ του ποτηρίου πινέτω», 2 διότι ο «εσθίων και πίνων αναξίως κρίμα εαυτώ εσθίει και πίνει». 3 Όπως, όταν κανείς θέλει να παρουσιασθή εις τον βασιλέα, ετοιμάζεται από ημέρας, δηλαδή διά γενικής προπαρασκευής, καθαριότητος, λόγου, τρόπου, ήθους κλπ, ώστε να επισπάση την βασιλικήν συμπάθειαν και ούτω να επιτύχη του ποθουμένου αιτήματος, κατά την ασύγκριτον διαφοράν των δύο βασιλέων οφείλει και κάθε χριστιανός προ της Θείας Κοινωνίας να προπαρασκευασθή, ίνα τύχη ελέους και συγχωρήσεως. Τον προσερχόμενον εις τον επίγειον βασιλέα τον στολίζει πολλάκις η πονηρία, η κολακεία, η προσποίησις και το ψεύδος, όπως κερδίση το ποθούμενον· ενώ τον πιστόν χριστιανόν, προσερχόμενον εις τον Βασιλέα των βασιλέων, που επιβλέπει τον έσω άνθρωπον, πρέπει να τον στολίζη η αγιότης, το ταπεινόν φρόνημα και το απλούν ήθος της ψυχής, το πολυτιμότερον χρυσίου απολλυμένου.
Ο Κύριος εδημιούργησε επί της γης την Εκκλησίαν Του, ως Νύμφην Του, ίνα πρεσβεύη υπέρ των τέκνων Του. Μας άφησε το μέγα Μυστήριον της Θείας Ευχαριστίας, ίνα καθαριζώμεθα και αγιαζώμεθα και ενούμεθα με τον Θεόν. Μας εκάλεσεν όλους· άλλους παιδιόθεν, ετέρους εις την μέσην ηλικίαν, άλλους εις το γήρας. Όλους ως αγαθός μας προσέλαβεν, ωσάν την όρνιθα υπό τας πτέρυγας αυτής, ίνα μας ποιήση μετόχους της θεϊκής Αυτού Βασιλείας. Ουδέν εσυχάθη, ούτε έλκος, ούτε πληγάς, ούτε νόσους, ούτε την δυσμορφίαν πνευματικών φαινομένων επί των χαρακτήρων των ψυχών μας. Αλλ’ ως πατήρ μας εδέχθη, ως μητέρα μας εγαλούχησε και ως ιατρός άμισθος μας ιάτρευσε και μας ενέδυσε την πρώτην στολήν της υιοθεσίας, της χάριτος, παραβλέψας το πολύ χρέος των αμαρτιών εκάστου. Λοιπόν οφείλομεν άπειρον αγάπην και λατρείαν. Η αγάπη μενέτω εν τη καρδία, ως πηγή ζώσα, κρουνούς νάματος αναβλύζουσα έρωτος θείου ρείθρα.
Να συμμετέχωμεν εις την Θυσίαν του Εσφαγμένου Αρνίου, όσο το δυνατόν συχνώτερα, εφ’ όσον έχομεν το ελεύθερον, διότι η Θεία Κοινωνία είναι άριστον βοήθημα διά τον αγωνιζόμενον κατά της αμαρτίας. Να προσερχώμεθα εις το θείον Μυστήριον με πολλήν κατάνυξιν, συντριβήν και συναίσθησιν των αμαρτιών μας. Μέγα το έλεος του Θεού, όπου καταδέχεται να εισέλθη μέσα μας, μη βδελυττόμενος το πλήθος των αμαρτιών μας· αλλά από μίαν άπειρον αγάπην και στοργήν έρχεται διά να μας αγιάση, αξιώνοντάς μας να γίνωμε παιδιά Του και συγκληρονόμοι της Βασιλείας Του. Ας ετοιμασθώμεν λοιπόν και ημείς με κεκαθαρμένας διανοίας και αποβλέποντες εις την εμπαθή νέκρωσιν των αισθήσεων, εν αγνότητι, ας εισέλθωμεν μετά των Αγίων Αποστόλων εις τον Μυστικόν Δείπνον και ας κοινωνήσωμεν τον γλυκύν Ιησούν μας, ίνα μένη μαζί μας εις τους απεράντους αιώνας των αιώνων.
Αναξίως λειτουργώ τω Θεώ μου. Το υπούργημα άγιον και φοβερόν. Καθ’ εκάστην προσφέρω θυσίαν ευάρεστον τω Θεώ, τον Αμνόν του Θεού, άμωμον τω αμώμω Πατρί και Θεώ, ίνα ίλεως γένηται, δι’ α λυπούμεν τον αγαθώτατον Θεόν, όπου δι’ ημάς εθυσίασε τον Υιόν Αυτού. Ω, Θεέ μου, τον αγαπητόν Υιόν Σου δι’ ημάς! Και ποίοι είμεθα ημείς, που μας άξιζε μία τοιαύτη υπέρτατη θυσία! «Εχθροί όντες κατηλλάγημεν τω Θεώ διά του θανάτου του υιού αυτού». 4
Όπως είναι γνωστόν, ερμηνείες της Θείας Λειτουργίας παρεδόθησαν από τους Αγίους Πατέρας της Εκκλησίας μας πολλές, βασιζόμενες κατά κύριον λόγον εις τον φωτισμό και εις την Χάρι του Αγίου Πνεύματος. Εκείνο όπου καθιστά την παρούσα ανάλυσι της Θείας Λειτουργίας, υπό του πνευματικού μου τέκνου, ιερέως πατρός Στεφάνου Αναγνωστοπούλου, αξίαν πάσης προσοχής και πρόξενον μεγίστης ωφελείας, είναι ότι προσφέρεται μέσα από εμπειρίες και αποκαλύψεις αξίων Λειτουργών του Υψίστου, παλαιών και νεωτέρων.
Εύχομαι, το παρόν βιβλίον, όπως το επιθυμεί και ο συγγραφεύς του, να χειραγωγήση πάντας ημάς εις την γνησίαν λειτουργικήν συνείδησιν και ζωήν. Να μας παρακινήση φιλοτίμως ως ευγνώμονας δούλους να προσπαθήσωμεν να Του αναπαύσωμεν τα σπλάχνα, ώστε να παρηγορηθή, καθώς το λέγει ο Ψαλμωδός: «και επί τοις δούλοις αυτού παρακληθήσεται», 5 να αισθανθώμεν το τι μας εχάρισεν ο Θεός και να αγαλλώμεθα εν τω κάλλει του έρωτος Αυτού. Αμήν. Γένοιτο!
Ο αναξιώτερος πάντων
† πατήρ Εφραίμ
_____________________
1 Γαλ. 3, 13
2 Α’ Κορ. 11, 28
3 Α’ Κορ. 11, 29
4 Ρωμ. 5, 10
5 Ψαλμ. 134, 14