ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Ἅγιος σημαίνει ξεχωριστός, ἄμεμπτος, κάτοχος ἄκρας ἠθικῆς καθαρότητας καὶ ὑπέρτατου ψυχικοῦ μεγαλείου. Ἴσως παράγεται ἀπὸ τὸ ἀρχαιοελληνικὸ ρῆμα ἅζω, ποὺ σημαίνει φοβᾶμαι, σέβομαι, τιμῶ. Ἅγιος, μὲ τὴν ἀπόλυτη σημασία τοῦ ὅρου εἶναι μόνον ὁ Θεός, καθότι ἡ ἁγιότητα εἶναι βασικὴ ἰδιότητα τῆς Θεότητας. Σύμφωνα μὲ τὸ μεγαλειῶδες ὅραμα τοῦ προφήτη Ἡσαΐα, μυριάδες ἀγγελικὲς δυνάμεις ὑμνοῦν ἀκατάπαυστα τὴ θεία μεγαλειότητα μὲ τὸν γνωστὸ τρισάγιο ὕμνο: «ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος Κύριος Σαβαώθ» (Ἡσ. 6,3). Ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς διαβεβαίωσε τοὺς Ἰσραηλίτες: «Ἅγιος (εἰμὶ) ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν» γιὰ νὰ ἀντιδιασταλεῖ ἀπὸ τοὺς ψεύτικους καὶ ἀνήθικους «θεοὺς» τῶν εἰδωλολατρικῶν λαῶν, οἱ ὁποῖοι ἦταν ταυτισμένοι μὲ τὴν κακία καὶ τὴν ἀνηθικότητα, καὶ ὠθοῦσαν τοὺς ἀνθρώπους σὲ αὐτὴ τὴν τραγικότητα.
Ὁ ἅγιος Θεὸς δημιούργησε τὸν ἀόρατο καὶ ὁρατὸ κόσμο ἀπὸ ἀγάπη, νὰ ἀντικατοπτρίζει τὴ δική Του ἁγιότητα. Τὰ δύο νοήμο-να πλάσματά Του, οἱ ἄγγελοι καὶ οἱ ἄνθρωποι, δημιουργήθηκαν, μέσα στὴν προσωπική τους ἐλευθερία, νὰ ἔχουν τὴ δυνατότητα νὰ ὑπάρχουν ὡς ἅγιοι, μὲ τὴ σχετικὴ ἔννοια τοῦ ὅρου. Δημιούργησε τὸν ἄνθρωπο, νὰ εἶναι ἡ κορωνίδα τῆς ὁρατῆς δημιουργίας Του, κατ’ «εἰκόνα καὶ ὁμοίωσή» Του (Γεν. 1,26), ἤτοι: πρόσωπο ἐλεύθερο νὰ ἔχει τὴν ἐπιλογὴ καὶ τὴ δυνατότητα νὰ γίνει ὅμοιός Του, ἅγιος, ξεχωριστός. Δυστυχῶς, τὸ τραγικὸ γεγονὸς τῆς πτώσεως ματαίωσε αὐτὴ τὴν προοπτική, διότι ἡ ἐθελούσια ὑποταγὴ τοῦ ἀνθρώπου στὸ κακὸ καὶ τὴν ἁμαρτία, ἀλλοίωσε καὶ ἀτόνησε κάθε δυνατότητα νὰ πραγματοποιηθεῖ ὁ ὑψηλὸς στόχος τῆς ἁγιότητας καὶ τῆς κατὰ χάριν θεώσεώς του. Μὲ τὴν πτώση του, ὁ ἄνθρωπος, ἔδωσε ἐξουσία στὸν «ἀνθρωποκτόνο ἀπ’ ἀρχῆς» (Ἰωάν. 8,44), στὸ Σατανά, νὰ ἀσκεῖ ὁλοκληρωτικὴ ἐπιρροὴ σ’ αὐτόν, ὥστε νὰ μὴν μπορεῖ νὰ ξεφύγει ἀπὸ τὸ κακὸ καὶ τὴ διάπραξη τῆς ἁμαρτίας. Ἔχασε, ὅπως διδάσκουν οἱ ἅγιοι καὶ θεοφόροι Πατέρες, τὰ ἀρχέγονα δῶρα τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς ἀθωότητας, μὲ τραγικὴ συνέπεια τὴν ἀπώλεια τῆς ἁγιότητας, τὴν ὁποία εἶχαν οἱ πρωτόπλαστοι πρὶν τὴν πτώση τους στὴν Ἐδὲμ καὶ ἡ ὁποία πήγαζε ἀπὸ τὴν ἀέναη προσωπικὴ κοινωνία τους μὲ τὸ Θεό. Ἀπὸ πρόσωπα, δηλαδὴ ἐλεύθερα ὄντα, μεταβλήθηκαν σὲ ἐγωκεντρικὰ ἄτομα, ὅπως διαφαίνεται στὸ 3ο κεφάλαιο τοῦ βιβλίου τῆς Γενέσεως στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, ὅπου περιγράφεται μὲ δραματικὸ τρόπο ἡ κατοπινὴ τραγωδία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Στὸ ἑξῆς ἡ ἀνθρώπινη ἱστορία θὰ εἶναι ἐξιστόρηση ἀτέρμονων καὶ φρικωδῶν πτώσεων. Ἡ ἱστο-ρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους εἶναι ὄντως γεμάτη ἀπὸ φρικαλεότητες, δυστυχία καὶ πόνο, πράγματα ἀνάξια γιὰ ἀνθρώπινα πρόσωπα, πλασμένα κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ.
Ὅμως ὁ Θεὸς τῆς ἄμετρης ἀγάπης (Α΄ Ἰωάν. 4, 16) καὶ τῶν οἰκτιρμῶν, δὲν ἔπαψε ποτὲ νὰ ἀγαπᾶ τὸ ἀποστατημένο πλάσμα Του. Ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης μᾶς βεβαιώνει ὅτι «Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ᾿ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον» (Ἰωάν. 3,16) καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ὁ Θεὸς «τοῦ ἰδίου υἱοῦ οὐκ ἐφείσατο ἀλλ’ ὑπὲρ ἡμῶν πάντων παρέδωκεν αὐτόν» (Ρωμ. 8,32), δὲν λυπήθηκε νὰ ταπεινώσει τὸν Υἱό Του τὸν μονογενή, ἀποστέλλοντάς τον στὸν κόσμο, κάνοντάς τον ὅμοιο μὲ τὸ πλάσμα Του, γιὰ τὴν ἀπολύτρωσή μας.
Ἔλαβε Ἐκεῖνος τὴν τραυματισμένη καὶ ἐξαχρειωμένη ἀπὸ τὴν ἁμαρτία φύση μας, τὴν καθάρισε καὶ τὴν ἁγίασε στὸ θεανδρικό Του πρόσωπο. Μὲ τὸ ἐπὶ γῆς ἀπολυτρωτικό Του ἔργο ἔδωσε ξανὰ τὴ δυνατότητα τῆς ἁγιότητας καὶ τῆς σωτηρίας στὸν ἄνθρωπο. Ἵδρυσε τὴν ἁγία Του Ἐκκλησία, νὰ εἶναι τὸ πνευματικὸ θεραπευτήριο γιὰ κάθε ἀνθρώπινο πρόσωπο, ὅπου μπορεῖ νὰ καθαριστεῖ ἀπὸ τοὺς ρύπους τῆς ἁμαρτίας, νὰ ἁγιαστεῖ, νὰ σωθεῖ, νὰ θεωθεῖ. Νὰ εἶναι τὸ θεϊκὸ ἐργαστήριο, τὸ ὁποῖο θὰ μεταποιεῖ τὸν κάθε ἄνθρωπο σὲ ἅγιο, «εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ» (Ἐφ. 4,11-13), ὅμοιο μὲ Ἐκεῖνον, ἅγιο, ξεχωρισμένο ἀπὸ τὸν φρικώδη πτωτικὸ κόσμο τῆς ἁμαρτίας, τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου.
Ὁ Θεὸς μᾶς προσκαλεῖ διὰ τοῦ ἀποστόλου Πέτρου νὰ γίνουμε ἅγιοι, ὅπως εἶναι ἅγιος καὶ Ἐκεῖνος «Ἅγιοι γίνεσθε, ὅτι ἐγὼ ἅγιός εἰμι» (Α΄ Πέτρ. 1,16), διότι ἡ ἁγιότητα εἶναι προϋπόθεση τῆς σωτηρίας μας, ἄλλωστε, ἁγιότητα καὶ σωτηρία εἶναι ταυτόσημες ἔννοιες. Μέσα στὴν Ἐκκλησία, διὰ τῆς ὀρθῆς πίστεως στὸ Σωτήρα Χριστό, διὰ τῶν ἁγίων Μυστηρίων καὶ τοῦ προσωπικοῦ μας ἀγώνα, ἁγιαζόμαστε καὶ σωζόμαστε.
Χωρὶς κανέναν περιορισμό, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶναι προσκεκλημένοι νὰ γίνουν ἅγιοι, νὰ ξεχωρίσουν ἀπὸ τὸν κόσμο τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου. Ὁ Χριστός μας διὰ τῆς παραβολῆς τοῦ μεγάλου δείπνου (Λουκ. 14, 16-24), μᾶς διαβεβαίωσε πὼς ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουν θέση στὴ βασιλεία Του, ἐκτός ἀπὸ ἐκείνους ποὺ θὰ ἀρνηθοῦν τὴν πρόσκλησή Του.
Ἔτσι ἡ Ἐκκλησία, στὴ δισχιλιόχρονη ἱστορική της πορεία, ἀπέδειξε περίτρανα ὅτι πέτυχε τὸ σκοπό της, ἀναδεικνύοντας νέφη ἁγίων. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ νοητὴ μήτρα ἡ ὁποία ἀναγεννᾶ τοὺς ἀνθρώπους καὶ τοὺς καθιστᾶ ἁγίους. Ἀπὸ τὶς πρῶτες στιγμὲς τῆς ἐπὶ γῆς παρουσίας της, ἄρχισε νὰ ἀναδεικνύει ἁγίους. Ἀπόστολοι, Μάρτυρες, Ὁμολογητές, Ἐγκρατευτές, Πατέρες καὶ διδάσκαλοι, Ὅσιοι, Ἀσκητὲς καὶ μυριάδες ἀγωνιζόμενες ψυχές, στολίζουν τὸ νοητὸ λειμωνάριο τῆς Ἐκκλησίας μας. Εἶναι τὰ πολύφωτα ἀστέρια, τὰ ὁποῖα λαμπρύνουν τὸ νοητὸ οὐράνιο στερέωμα καὶ φωτίζουν τὸν κόσμο, ἀντικατοπτρίζοντας τὸ ἀνέσπερο φῶς τοῦ Χριστοῦ στὸν ἀσέληνο κόσμο τῆς ἁμαρτίας. Ἀναδεικνύονται, χωρίς περιορισμούς ἀπὸ ἐθνικές, φυλετικές, κοινωνικές, ἐπαγγελματικὲς διαφορές, οὔτε ἀπὸ φύλο, ἡλικία, μόρφωση, διανοητικὴ κατάσταση καὶ χρονικὴ περίοδο καὶ τόπο. Ἡ ἀδιάκοπη ἐμφάνιση καὶ ἀνά-δειξη ἁγίων εἶναι τὸ μεγάλο καὶ ἐπαναλαμβανόμενο θαῦμα στὴν ἱστορικὴ πορεία τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας, ἀποδεικνύοντας ἔτσι τὴν θριαμβευτικὴ πραγματοποίηση τοῦ σκοποῦ της, νὰ ἁγιάζει καὶ νὰ σώζει τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν κόσμο· ἰδοὺ ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος.
Οἱ ἅγιοι, ὅπως ἀναφέρουν οἱ ἅγιοι Πατέρες, εἶναι ἀδιάσειστη ἀπόδειξη ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι μαζί μας «πάσαις ταῖς ἡμέραις τῆς ζωῆς ἡμῶν ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. 28,20). Εἶναι τὰ ζωντανὰ καὶ εὔρωστα κύτταρα τοῦ ἁγίου Σώματός Του, δηλαδὴ τῆς Ἐκκλησίας Του, τὰ οποῖα φανερώνουν τὴν ἀέναη παρουσία τοῦ Κυρίου στὸν κόσμο. Διὰ τῶν ἁγίων ὁ Χριστὸς εἶναι «χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας» (Ἑβρ. 13,8), πάντοτε παρὼν στὴν ἱστορικὴ πορεία τοῦ κόσμου. Ὁ νεοφανὴς ἅγιος τῆς Σερβικῆς Ἐκκλησίας Ἰουστίνος Πόποβιτς μᾶς βεβαιώνει πὼς ὁ κάθε ἅγιος εἶναι ἡ ἐπανάληψη τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ, «… ἀκριβέστερα, εἶναι ἡ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ παρατεινομένη μὲ τοὺς ἁγίους· ἡ ζωὴ τοῦ σαρκωθέντος Θεοῦ Λόγου, τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ, ὁ Ὁποῖος γι᾽ αὐτὸ καὶ ἔγινε ἄνθρωπος, γιὰ νὰ μᾶς δώσει καὶ μεταδώσει («παραδώσει») ὡς ἄνθρωπος τὴν θεία ζωή Του· γιὰ νὰ ἁγιάσει καὶ ἀπαθανατίσει καὶ αἰωνοποιήσει μὲ τὴ ζωήν Του ὡς Θεός, τὴ δική μας ἀνθρώπινη ζωὴ στὴ γῆ» (Ἰ. Πόποβιτς, Ἄνθρωπος καὶ Θεάνθρωπος).
Γι’ αὐτὸ ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία φρόντισε νὰ καταγράψει καὶ νὰ διασώσει τοὺς βίους τῶν ἁγίων, γιὰ νὰ εἶναι γιὰ κάθε πιστό, στοὺς αἰῶνες, τὰ λαμπρὰ παραδείγματα τῆς ἁγίας ζωῆς, τὴν ὁποία πρέπει νὰ ἀκολουθοῦμε, ἂν θέλουμε καὶ ἐμεῖς νὰ ἁγιασθοῦμε καὶ νὰ σωθοῦμε. Νὰ εἶναι ἡ πρακτικὴ ἐφαρμογὴ τοῦ Εὐαγγελίου. Οἱ βίοι τῶν ἁγίων εἶναι ἕνα ἰδιαίτερο καὶ θαυμαστὸ κεφάλαιο στὴν χριστιανικὴ γραμματεία. Πρόκειται γιὰ τὰ Ἱερὰ Συναξάρια, τὰ ὁποῖα ἐξιστοροῦν τὴ ζωὴ τῶν ἁγίων, τὴν πίστη τους, τὴ μετάνοιά τους, τὸν ἀγώνα τους κατά τοῦ κακοῦ, τῆς ἁμαρτίας καὶ τῶν παθῶν τους, τὴν ὁμολογία τους, τὰ μαρτύριά τους καὶ τὴν ἐν Χριστῷ τελείωσή τους. Ἡ ἁγιότητά τους δὲν περιορίζεται σὲ κάποια χρονικὴ στιγμὴ τῆς ζωῆς τους, ἀλλὰ φανερώνεται στὴν ὅλη βιωτή τους, ἀκόμα καὶ στὶς πτώσεις τους, τὶς ὁποῖες διόρθωναν μὲ τὴν μεταμέλειά τους. Τὰ ἱερὰ Συναξάρια συμβάλλουν καθοριστικὰ στὴν ποιμαντικὴ διακονία τῆς Ἐκκλησίας, προβάλλοντας τοὺς ἁγίους ὡς φωτεινὰ καὶ ζωντανὰ παραδείγματα στοὺς πιστούς.
Οἱ πιστοί, μὲ τὴν ἀνάγνωση τῶν Βίων τῶν Ἁγίων, λαμβάνουν μεγάλη πνευματικὴ ὠφέλεια, καθότι οἱ ἅγιοι καθίστανται οἱ ἀκούραστοι δάσκαλοι καὶ παιδαγωγοί τους, οἱ ὁποῖοι τοὺς καθοδηγοῦν στὴν πίστη, στὴν εὐσέβεια καὶ στὴν ἀρετή. Μελετώντας τοὺς Βίους τῶν Ἁγίων, στερεώνονται στὴν πίστη καὶ στὴν ὁμολογία, ἐνθαρρύνονται στὸν ἀγώνα τους κατά τοῦ κακοῦ καὶ τῆς ἁμαρτίας, ἐνδυναμώνονται στὶς ἐπιθέσεις τοῦ ἐχθροῦ, ὁπλίζονται μὲ ὑπομονὴ καὶ ἐλπίδα, ὅτι ὁ τελικὸς νικητὴς κατὰ τοῦ διαβόλου, τοῦ κακοῦ καὶ τῆς ἁμαρτίας θὰ εἶναι ὁ Χριστός. Ἔγραψε καὶ πάλι ὁ ἅγιος Ἰουστίνος Πόποβιτς: «Οἱ “Βίοι τῶν Ἁγίων” εἶναι μιὰ ἰδιό-μορφη ὀρθόδοξη Ἐγκυκλοπαίδεια. Σ’ αὐτοὺς μπορεῖ νὰ βρεῖ κανεὶς ὅλα ὅσα χρειάζονται σὲ μιὰ ψυχὴ πεινασμένη καὶ διψασμένη γιὰ τὴν αἰώνια Δικαιοσύνη καὶ αἰώνια Ἀλήθεια μέσα σ’ αυτὸν τὸν κόσμο· πεινασμένη καὶ διψασμένη γιὰ τὴν θεία ἀθα-νασία καὶ τὴν αἰώνια ζωή. Ἐὰν διψᾶς τὴν πίστη, θὰ τὴ βρεῖς πλούσια στοὺς “Βίους τῶν Ἁγίων” καὶ θὰ χορτάσεις τὴν ψυχή σου μὲ τροφὴ γιὰ τὴν ὁποία ποτὲ δὲν θὰ ξαναπεινάσεις». Καὶ μᾶς συμβουλεύει ὁ ἁγιασμένος Γέροντας: «Ἐὰν ποθεῖς τὴν ἀγάπη, τὴν ἀλήθεια, τὴ δικαιοσύνη, τὴν ἐλπίδα, τὴν πραότητα, τὴν τα-πείνωση, τὴ μετάνοια, τὴν προσευχὴ ἢ ὁποιανδήποτε ἀρετὴ καὶ ἄσκηση, στοὺς “Βίους τῶν Ἁγίων” θὰ βρεῖς ἕνα πλῆθος ἁγίων δασκάλων γιὰ κάθε ἄσκηση καὶ θὰ πάρεις τὴ βοήθεια τῆς χάρι-τος γιὰ κάθε ἀρετή. Ζήτησε νὰ βρεῖς τὸν ἑαυτό σου μέσα στοὺς “Βίους τῶν Ἁγίων”· θὰ τὸν βρεῖς ὁπωσδήποτε μέσα σ’ αὐτούς. Ἀκόμη θὰ βρεῖς ἐκεῖ καὶ τὰ φάρμακα, μὲ τὰ ὁποῖα μπορεῖς νὰ τὸν θεραπεύσεις ἀπὸ ὅλες τὶς πνευματικὲς ἀρρώστιες καὶ νὰ τὸν κάνεις ὑγιὴ ὁλοκληρωτικά. Ὑγιὴ καὶ στοὺς δύο κόσμους, ὥστε νὰ μὴν μπορέσει νὰ σὲ βλάψει κανένας θάνατος. Θὰ βρεῖς ἀκόμη μέσα στοὺς “Βίους τῶν Ἁγίων”, ὅλα ὅσα χρειάζονται γιὰ νὰ ζήσεις καὶ στοὺς δύο κόσμους· ὅσα χρειάζονται σ’ ἐσένα, ἄνθρωπε, ποὺ εἶσαι μιὰ ἀθάνατη ὕπαρξη· μιὰ αἰώνια ὕπαρξη, μιὰ θεανθρώπινη ὕπαρξη, ἄνθρωπε! ἄνθρωπε! ἄνθρωπε!» (ὅπου ἀνωτ.)!
Δική μας ταπεινὴ παραίνεση εἶναι νὰ βάλουμε καὶ ἐμεῖς οἱ σύγχρονοι χριστιανοὶ στὴ ζωή μας τὴν τακτικὴ ἀνάγνωση τῶν Βίων τῶν Ἁγίων. Νὰ γίνουμε ἀέναοι κοινωνοὶ τῶν ἁγίων, διὰ τῆς μελέτης τοῦ βίου τους, γιὰ νὰ μπορέσουμε, στοὺς τραγικοὺς καὶ ἀποκαλυπτικοὺς καιροὺς ποὺ ζοῦμε, μὲ τὶς φρικτὲς προκλήσεις, καὶ τὶς δόλιες παγίδες τοῦ πονηροῦ, νὰ ξεχωρίσουμε ἀπὸ τὸν πτω-τικὸ κόσμο τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου. Νὰ ὁπλιστοῦμε μὲ τὴν «πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ» (Ἐφ. 6.11,13), διότι οἱ Βίοι τῶν Ἁγίων εἶναι ἡ ἐξιστόρηση τοῦ νοητοῦ πολέμου πρὸς «τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις.» (Ἐφ. 6,12). Νὰ κατορθώσουμε νὰ μοιάσουμε στὸν Σωτήρα καὶ Λυτρωτή μας Χριστό, μιμούμενοι τοὺς ἁγίους μας! Ἡ ζωή μας μπορεῖ νὰ ἀποκτήσει πραγματικὸ νόημα «σὺν πᾶσι τοῖς ἁγίοις» (Ἐφ. 3.18) καὶ «σὺν τῷ Χριστῷ ἐν τῷ Θεῷ» (Κολ. 3, 3)!
Ἀθήνα 30 Νοεμβρίου,
ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τοῦ ἁγίου ἐνδόξου
Ἀποστόλου Ἀνδρέου τοῦ Πρωτοκλήτου.
Ὁ συγγραφεύς