Πρόλογος του Εκδότου |
31 |
ΠΑΙΔΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΕΙΡΑΙΑ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ |
|
Μου ήρθε ένας ζήλος |
33 |
Σκεπτόμουνα να πάω να γίνω ερημίτης |
34 |
Πήγαινα στο βουνό κι έτρωγα αγριάδες |
35 |
Αναγκάστηκα να πω ένα ψέμα |
36 |
Όλη νύχτα ταξιδεύαμε |
38 |
Όταν βγήκαμε στον Βόλο |
39 |
Φύγαμε από τον Βόλο |
39 |
Είχα μελαγχολία |
40 |
Τέτοια παιδιά δεν πρέπει να τα κοιτάζει κανείς |
41 |
Στη Θεσσαλονίκη δεν βγήκα έξω από το πλοίο |
42 |
ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΣΤΗ ΔΑΦΝΗ |
|
Ένας Γέρων ψηλός με μακριά γένια άσπρα |
45 |
"Πού πάεις, παιδί μου;" |
46 |
Φθάσαμε στη σκάλα της Δάφνης |
48 |
ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ Η ΖΩΗ ΣΤΑ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΑ |
|
"Διάβασε, παιδί μου, το Ψαλτήρι" |
51 |
Ήμουνα κουτός... |
52 |
Παρέκβαση: Και στην Αθήνα μετά 20 χρόνια: "Πόσο κουτός ήμουνα" |
53 |
Το θαύμα του Θεού: ένα παιδί στο Άγιον Όρος! |
54 |
Ούτε από καλογερική ήξερα |
55 |
Τους γέροντες τους έβλεπα με δέος... |
55 |
Εντολή το 1920. Συμμόρφωση μέχρι το 1989 |
56 |
Ό,τι να μου έλεγε, το έκανα χωρίς να κλοτσάω |
57 |
Δεν έλεγα: "Βρε, θέλεις να μου το κάνουνε δοκιμή;" |
59 |
Δεν μου έλεγαν ποτέ μπράβο |
61 |
Εσένα σου αρέσει. Αρέσεις εσύ σ' εμάς; |
61 |
Δεν γίνεται τίποτα χωρίς μετάνοια |
62 |
Το πρώτο κομποσχοίνι |
63 |
Καμιά συμβουλή δεν μου είπανε. Τι έξυπνοι άνθρωποι! |
64 |
Από οκτώ χρονών εργαζόμουνα |
65 |
Ό,τι να μου λέγανε έπρεπε να το λέω μέσα μου για να μη το ξεχάσω και τους στενοχωρήσω |
65 |
Μπήκα μέσα στη σκέψη τους |
67 |
Παρέκβαση: Για να μη στενοχωρώ |
68 |
Ναι! έχω μάθει να κάνω υπακοή |
70 |
"Ευλόγησον" να λες και να φεύγεις |
70 |
Δεν μου είπε "θα πέσεις, θα κάνεις..." |
72 |
Σε πανηγύρια δεν με πηγαίνανε |
73 |
Καμιά φορά με ειρωνευότανε |
74 |
Θύμωσε πολύ ο Γέροντας |
74 |
Σαμιώτισσα, Σαμιώτισσα |
76 |
Το πρώτο ράσο |
77 |
ΤΟ ΧΑΡΙΣΜΑ |
|
Τον είδα κι έκανε την προσευχή του στο Κυριακό |
79 |
Μπαίνει μέσα ο Γερο-Δημάς |
80 |
Γέρος άνθρωπος, τόση στρωτή μετάνοια! |
81 |
Ήταν η πρώτη τους δουλειά οι μετάνοιες |
82 |
Εγώ... αρχίσανε και τρέχανε δάκρυα |
82 |
Ξαφνικά... ντάγκα ντούγκα, ο Μακαρούδας |
83 |
Ο Μακαρούδας ήτανε ένας άγγελος |
83 |
Μέσα στον Ναό |
85 |
Τα μάτια μου τρέχανε δάκρυα |
85 |
Ήλθε η ώρα μετάλαβα |
86 |
Μόλις μετάλαβα, όλα μεταβλήθηκαν σε χαρά |
86 |
Πήγα στο κελλί... Πήγα στην εκκλησία |
89 |
Όλη την ημέρα μόνος στην εκκλησία |
89 |
Το απογευματάκι επερίμενα τους Γέροντες |
92 |
Όπως έκανα να δω, βλέπω τους Γέροντες, με τη Χάρη |
94 |
Την άλλη μέρα το είπα στον Γέροντά μου |
95 |
Το χάρισμα δεν το επεθύμησα |
95 |
Από τότε άρχισα να αισθάνομαι διαφορετικά |
98 |
Έμαθα τριαδικούς κανόνες... Το Ψαλτήρι το έλεγα απέξω |
101 |
Μετά έβλεπα πολλά |
102 |
Και μέσ' στο χιόνι ξυπόλητος, παντού |
103 |
Εκεί πέρα είδα ένα αηδονάκι |
104 |
Ρε, παιδιά, αν δεν έχετε δει [αηδονάκι], έχετε αμαρτήσει |
105 |
Μου ήρθε ότι πρέπει να φύγω, πρέπει να χαθώ |
106 |
Και έλεγα: "Μωρέ, και πού να πάω;" |
108 |
Η έννοια του πουλιού ήτανε: α-νι-διο-τε-λώς |
109 |
Ο Γέροντας εμειδίασε |
111 |
Το άρωμα το έπαιρνα μισή ώρα μακριά |
111 |
Μου συνέβηκε συγκίνηση |
112 |
Είχα μάθει τους τριαδικούς κανόνες |
114 |
Η ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ |
|
Η ψυχολογία των Πατέρων |
117 |
Με την υπακοή αξιώθηκα και του χαρίσματος |
118 |
Φροντίστε να μου ρίξετε μια ματιά |
120 |
Να! αυτός ο πρύτανις |
121 |
Εκμεταλλευτείτε με, παιδιά μου |
123 |
Δικαιώνω ένανε που χάζευε το πρόσωπο του Γέροντα |
123 |
Πολλοί υποτακτικοί μισούσαν τους Γέροντές των |
124 |
Έμπαινες μέσα στην άκτιστη εκκλησία |
125 |
Εργάζεσαι προσευχόμενος και ας μην προσεύχεσαι |
127 |
Δεν μου αρέσει να διαβάζω ξένα βιβλία |
128 |
Εκολλήθηκε η ψυχή μου στον Γέροντά μου |
129 |
Η προσευχή είναι μέλι |
130 |
Τον μακαρίτη τον Φιλιππίδη όταν τον γνώρισα |
130 |
Υποτακτικός; Υποτακτικός, κύριε! |
133 |
Αλλάζει ολόκληρος ο άνθρωπος |
134 |
Αγία υπακοή |
135 |
Μετέβαλε το μαρτύριο σε χαρά |
136 |
Η υπακοή είναι μαρτύριο όταν έχεις θέλημα |
138 |
Με αξίωσε ο Θεός να κάνω υπακοή |
141 |
Μεταρσιωμένες αναμνήσεις από τις κουρές |
142 |
Άρωμα και ανείπωτη χαρά |
144 |
Είδα έναν άγιο ζωντανό |
144 |
"Στα Καυσοκαλύβια βλαστημούσα κιόλας" |
150 |
Ο θείος έρως και η τρέλα |
154 |
Έκλαιγα όταν μου είπαν να φύγω |
155 |
Κήρυγμα στο χάος |
156 |
Αποστήθιζα την Αγία Γραφή |
157 |
Όταν αγαπάς θεϊκά, δεν χορταίνεις |
158 |
Επαναλαμβάνοντας το Ψαλτήρι έμαθα γράμματα |
158 |
Επιδόθηκα στην υπακοή |
160 |
Μικρή παρακοή, μεγάλη ταραχή |
160 |
Η μετάνοια και η ανακούφισις |
162 |
Η παράβαση ήτανε ευλογία! |
163 |
Εξομολόγησις και χαρά |
164 |
Μεθοδικότητα στις δουλειές |
164 |
Ήμουνα το αεικίνητο |
165 |
Κουκιά με ξυνόγαλο |
167 |
Ευτυχισμένη ζωή |
168 |
Λειτουργία στον Άγιο Νείλο |
169 |
Μου άρεσε να ακούω τα λόγια |
170 |
Ο έρωτας με έκανε να προσέχω |
171 |
Τα έλεγα μόνος μου |
172 |
Και χαιρόμουν |
172 |
Ζούσα μέσα στην τρέλα μου |
173 |
Την αποστήθιση της είχα για προσευχή |
173 |
Τι ζωή, τι ευλάβεια, τι λαχτάρα! |
174 |
Όλα γίνανε χαρά |
174 |
Είναι μια ζωή εξαίσια |
175 |
Η αλλαγή από την αγάπη του Χριστού |
175 |
Παρακαλούσα και μου έδωσε αρρώστια |
177 |
Το πρόγραμμα στα Καυσοκαλύβια |
177 |
Με την ψυχή ανάπαυα το σώμα |
184 |
Στο Άγιον Όρος κοιμόμουνα ξύπνιος! |
185 |
Οι θαυματουργικές παρεμβάσεις του Θεού |
186 |
Για την υπακοή με μετάνοια στον Γέροντα |
188 |
Εδιάβασα την εξής διήγηση |
189 |
Στην εποχή μου όλοι οι μοναχοί των Καυσοκαλυβίων και οι δόκιμοι ήσαν άγιοι |
195 |
ΑΠΟ ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ Η ΑΣΘΕΝΕΙΑ |
|
Η καρδιά μου έκλεισε για τον κόσμο |
197 |
Κι όμως τα πράγματα αλλάξανε |
198 |
Επικίνδυνη παράσυρση |
201 |
Και μετά επήγα σπίτι |
202 |
Όμως αρρώστησα |
203 |
Εγώ σηκώθηκα και άρχισα να ψάλλω |
204 |
Η ΑΝΑΧΩΡΗΣΙΣ |
|
Με καταφέρανε να φύγω |
207 |
Έριξα μια ματιά σε όλη τη Σκήτη |
208 |
Πήγαμε κάτω στον αρσανά |
209 |
Άρχισα να θυμάμαι τα Καυσοκαλύβια |
210 |
Όσο έφευγε το καράβι |
210 |
Ενθυμόμουνα τον Αδάμ που έφυγε από τον Παράδεισο |
211 |
Ο Παράδεισος και η Κόλαση είναι μέσα μας |
212 |
"Πατήρ" και "παπάς" στ' Άγιον Όρος |
212 |
Για τα πουλιά |
213 |
Τα κοτσυφάκια |
213 |
Το μάζεμα των σαλιγκαριών |
214 |
Άρχισε η σάρα να... φεύγει |
215 |
Η αναπάντεχη σωτηρία |
216 |
Επιστρέφω άρρωστος στο καλύβι |
219 |
Πόνοι δυνατοί |
220 |
Το θεραπευτικό εκδόριον |
221 |
Με αγαπούσανε |
222 |
Αλλά εγώ δεν μπορούσα να φάω |
223 |
Τότε μου είπανε να φύγω |
223 |
Επήγαμε λοιπόν στη Δάφνη |
224 |
Ήρθε το καράβι |
224 |
ΑΓΙΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ Α & Β ΑΦΙΞΗ ΚΑΙ ΑΝΑΧΩΡΗΣΗ |
|
Πήγα στη Χαλκίδα |
227 |
Λοιπόν έρχεται ο πατέρας μου |
228 |
Είχατε ένα παιδί... πέθανε |
229 |
Ο κόσμος άρχισαν να κοροϊδεύουν |
230 |
Να σε πάω στον Άγιο Χαράλαμπο |
231 |
Εκεί πέρα είχε γάλα, αυγά... συνήλθα |
232 |
Το βάζω στα πόδια, πάω... στο Άγιον Όρος |
232 |
Παρέκβαση 1η: Η μητέρα μου ήτανε στενόχωρη |
233 |
Παρέκβαση 2η: να δεις όμως πώς αυτή μετανόησε
|
234 |
Παρέκβαση 3η: Η μητέρα μου αφοσιώθηκε στην Εκκλησία
|
234 |
Επανάκαμψη στον Άγιο Χαράλαμπο |
235 |
Νέα επιστροφή στο Άγιον Όρος. Οριστική αναχώρηση |
236 |
ΕΠΑΝΑΚΑΜΨΗ ΚΑΙ ΟΡΙΣΤΙΚΗ ΕΓΚΑΤΑΒΙΩΣΗ |
|
Πήγα στους γονείς μου |
239 |
Είπα στον πατέρα μου να με πάει στον Άγιο Χαράλαμπο |
239 |
Είχε έλθει και ο Δεσπότης |
241 |
Στον Δεσπότη Κύμης |
242 |
Ντρεπόμουνα τον Δεσπότη |
244 |
Αλλ' ο Δεσπότης όμως δεν είχε πονηρία |
245 |
Ήθελα στην ερημιά |
246 |
ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑ |
|
Συνάντηση με τον Αρχιεπίσκοπο Σιναίου |
247 |
Μ' έκανε παπά |
247 |
Βαλθήκανε να με κάνουνε παπά |
248 |
Υπάκουσα. Έχω συνηθίσει να υπακούω |
249 |
Για την ιεροσύνη |
250 |
Έγινα παπάς κάπου το 1927 |
251 |
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ |
|
Εκεί εξομολογούσα μέρα-νύχτα |
253 |
Πνευματικός είκοσι δύο χρόνων |
254 |
"Μη χρόνω κρίνε αλλά τρόπω τα επιτίμια" |
255 |
Ένα κρεβάτι πάνω στο δένδρο, μέσα στην αγράμπελη |
257 |
Έφτειαξα μία εικόνα της Παναγίας |
259 |
Ξαφνικά ένας φονιάς |
260 |
Άλλη μια ανάμνηση της προσευχής στην Παναγία |
262 |
ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΒΑΘΕΙΑΣ |
|
Στερήθηκα τα βιβλία των πατέρων |
265 |
Από το κελλί θα γνωρίσεις τον άγιο |
265 |
Μόνος και έρημος στον Άγιο Νικόλαο Βάθειας |
266 |
Ό,τι έβλεπα, το έκανα προσευχή |
268 |
Πολλά πράγματα μας μιλάνε |
271 |
Το καταφύγιό μου ήταν να ταξιδέψω προς τα πάνω |
273 |
Πω, πω... Πώς κατακτάται ο κόσμος! |
275 |
Παιδιά μου, είμαστε όλοι μια οικογένεια! |
276 |
ΧΑΛΚΙΔΑ |
|
Να μην πεις ποτέ "θα τον τιμωρήσει ο Θεός" |
279 |
Και πολλοί άγιοι που έχουν καταραστεί, εμένα δεν μου άρεσε |
280 |
Ένας που το λέει αυτό, δεν έχει καλή ψυχή |
280 |
Είναι κάτι μυστικό που ενεργεί ο διάβολος στους νευρωσικούς ανθρώπους |
281 |
Είπα μέσα μου, Παναγία μου, καν' τον αντί να σε βλαστημάει, να σε παρακαλάει με λαχτάρα |
282 |
Ο καροτσέρης φώναζε: "Παναγίτσα μου!" |
282 |
Μπορεί να λες κάτι ως αληθινή σου ευχή και ασυνείδητα να μην είναι ειλικρινές |
283 |
ΑΘΗΝΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΧΩΡΑ ΠΟΛΥΚΛΙΝΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ |
|
Ο Δεσπότης εκάλεσε εμένανε τον ταπεινό να τους πω κάτι να μείνουν |
285 |
Εγώ άρχισα να λέγω κάτι από τη ζωή μου |
287 |
Με πλάκωσαν οι ιδέες να πάων να εργαστώ σ' ένα σανατόριο |
289 |
Λοιπόν πήγαμε στου κ. Αμίλκα |
290 |
"Α! Η πολυκλινική ηύρε τον παπά της" |
292 |
Την ώρα που λειτουργούσα, το ραδιόφωνο έπαιζε δυνατά |
294 |
Σκέφθηκα να φύγω |
295 |
Πήρα λοιπόν τις παραδόσεις |
295 |
Αν έχεις τον νου σου στον Θεό, ποιος μπορεί να σε βλάψει; |
298 |
Κι εγώ λειτουργούσα τόσο αφοσιωμένα |
300 |
Και δεν αισθανόμουνα τίποτα από τον κόσμο |
302 |
Να πάτε όλοι μαζί να βρείτε τον διευθυντή |
303 |
Είχα παλαιό όνειρο να υπηρετήσω σε αρρώστους |
304 |
Ένα πρωινό έσπασα το πόδι μου |
306 |
Έβαλαν το πόδι στον γύψο |
307 |
Το είχανε βάλει στραβά |
308 |
Μου σπάζανε και πάλι τα κόκκαλα, που είχανε λίγο θρέψει |
309 |
Με σήκωσαν, μου έδωσαν και δύο πατερίτσες |
310 |
"Να κοιτάξεις ν' αγοράσεις ένα μπαστούνι" |
311 |
Εκείνη τη στιγμή μια κυρία μπήκε στην εκκλησία βαστώντας μπαστούνι |
312 |
Καθόμασταν και βλέπαμε όλοι αυτά |
313 |
Ο άγιος να φροντίσει για μένα τον ελάχιστο; |
314 |
Μια επέμβαση χωρίς αναισθητικό |
315 |
Ο πόνος των μαρτύρων |
316 |
Είχα ένα "ρεβύθι"... που ήτανε η ρίζα μέσα στο κεφάλι |
316 |
Είχα σκεφθεί να το βγάλω |
317 |
Δεν είχαμε αναισθητικό |
318 |
Να μου το κάψεις χωρίς αναισθητικό |
319 |
Ψυχή και καρδία και νους, όλα, όλα εκεί, έβλεπα τον Κύριο... |
320 |
Είπε μια λέξη που δεν μ' άρεσε καθόλου... Τι παγίδα μου έβαλε! |
321 |
Δεν μπορείς να τα πεις αυτά, εάν δεν ξέρεις |
323 |
ΜΕ ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΝ ΟΜΟΝΟΙΑ |
|
Είχα φτειάξει μια κάσα, ήθελα να πάω στο βουνό |
327 |
Κάτσε να σου πω το ποίημα του Κρυστάλλη |
328 |
Το παν στον Θεό. Ό,τι έχεις... Ενώσου με τον Θεό |
33 |
Τριάντα τρία χρόνια εκεί μέσα |
331 |
Μια φορά εγνώρισα μια γυναίκα χήρα, της οποίας η κόρη ήτο άρρωστη |
333 |
"Ξέρεις, ο κύριος καθηγητής είπε να μην παρακολουθήσετε εσείς..." |
334 |
"Χίλια συγγνώμη, παπά μου, χίλια συγγνώμη... το θυμάμαι", μου λέει |
335 |
Κύριε καθηγητά, θα μου επιτρέψεις να σου πω κι εγώ ο απλός; |
336 |
Έβλεπα που έβγαινε από τον άνθρωπο η ψυχή του |
337 |
Πέφτανε ο κόσμος στον δρόμο που βαδίζανε από αβιταμίνωση |
338 |
Βλέπω μια μικρούλα με μύξες. της λέω, πάμε να φάμε; |
340 |
Εγώ δεν ήμουν άνθρωπος να ελέγξω τον άνθρωπο επειδή πήγε και ηύρε μια κοπέλα |
341 |
Έπεσα σε οίκο ανοχής, είπα μέσα μου |
342 |
"Ο Θεός σας αγαπάει όλες!" τους είπα |
344 |
Τα ελευθερίων ηθών κορίτσια περιποιόντουσαν μια, που ήτανε ξαπλωμένη εκεί |
345 |
Εγώ ήμουνα παραβάτης |
348 |
Το έργο της δεν το είχε για αισχρό, ρε παιδιά |
349 |
Κοίτα, κείνο ήταν τόσο έντονο μέσα της, ενώ αυτή δεν θυμόταν τίποτε |
352 |
Όταν του το υπέδειξα, το παραδέχτηκε |
353 |
Ήθελα να μάθω κάποια τέχνη, για να βάλω τις αδελφές να εργάζονται υφαντική |
354 |
Έρχεσαι μαζί μου; Θα 'χω κορίτσια από την Ισπανία |
355 |
Ζούσαν γίγαντες |
356 |
ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΠΑΤΜΟ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ |
|
Η εμπειρία της θείας Χάριτος |
359 |
Επειδή μου ερχότανε (έκστασις) |
360 |
Αν δείτε κάτι, ούτε να κουνηθείτε |
361 |
Για να τα καταλάβεις αυτά, πρέπει να έχεις τις προϋποθέσεις |
361 |
Κάτι πράγματα, κάτι συμπτώσεις... |
362 |
Πίστις απλή και απαλή. Εν απλότητι και αφελότητι καρδίας |
363 |
Πήγαμε σε μια εκκλησία του δάσους κι άρχισα να ψάλλω |
367 |
Άλλαζε η φωνή μου, αλλάζανε όλα |
368 |
Φοβόμουνα να μην πάθω τίποτα στην καρδιά |
371 |
Άμα δεν κάνεις τέτοια, δεν είσαι επιστήμων |
372 |
Προχωρώντας στο παρελθόν το απώτατον |
374 |
Ο Θανάσης ήταν πολύ ορθολογιστής |
375 |
Το "βουισμένο νερό" |
377 |
Γιατί τα διηγούμαι |
386 |
Άρα σχέσις εστίν υπέρ φύσιν η πίστις |
389 |
Η πίστις αναπόδεικτος γνώσίς εστιν |
393 |
ΚΑΛΛΙΣΙΑ |
|
Είδα ένα φως πάνω από την εκκλησία |
395 |
Πήγαμε με φως στο σκοτάδι |
397 |
Ραδιόφωνο χωρίς ρεύμα |
398 |
Έκανα λοιπόν πειράματα με την κεραία |
399 |
Όμως τώρα έπιανα Ουγγαρία, έπιανα Κάιρον |
402 |
Να ιδείτε τι ήτανε το μεγάφωνο... |
404 |
ΜΗΛΕΣΙ - ΑΧΛΑΔΕΡΗ - ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΕΝΑ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ |
|
Τότε που σκεπτόμουνα να φτειάξω το Μοναστήρι το γυναικείο |
407 |
Θέλω να φτειάξω καλή εκκλησία, μεγάλη |
409 |
Ψάχνοντας, προσευχόμενος, εμφάνισα ένα μέρος, ένα λόγο που μου άρεσε |
410 |
Επκλησίασα το κτήμα και έκανα προσευχή. Εκοίταξα εάν έχει νερό |
411 |
Ηύρα νερό, αλλά ήτανε πολύ βαθιά |
411 |
Έβαλα μπρος και φτειάναμε χωρίς να έχω νερό |
412 |
ΓΕΩΤΡΗΣΗ |
|
"Α", μου λέει, "το ηύρα! Θα σου βγάλω νερό! Έχω γεωτρύπανο" |
413 |
Πήγε και έφερε και άλλο γεωτρύπανο, πιο καλό, και το έβαλε εκεί |
415 |
Έκανα προσευχή, πήγα και ηύρα το ρεύμα του νερού, μακριά από εκεί που έκαναν τη γεώτρηση |
415 |
Έσκυψα και ήπια νερό. Και ήτανε πάρα πολύ ωραίο |
416 |
Ένα θαύμα της θείας Μεταμορφώσεως |
418 |
Μια φορά με πήγανε σε ένα μέρος που λέγεται Θεολόγος |
419 |
Τους λέω, παιδιά, δεν έχει νερό εδώ |
419 |
Με τη Χάρη του Κυρίου. Καμιά δική μου προσπάθεια και τέχνη και επιστήμη |
420 |
ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΗΛΕΣΙ |
|
Ο παπάς με την παπαδιά δοξάζανε το όνομα του Θεού |
423 |
Λοιπόν, της κόβω μια, ωπ |
424 |
Το παιδί που προόριζαν για παπά |
425 |
Η εξημέρωση του παπαγάλου |
425 |
Το μικρό παπαγαλάκι |
425 |
Ο παπαγάλος ήτανε πάρα πολύ άγριος |
427 |
Καθόταν πάνω στον ώμο μου |
428 |
Άνοιγε την πόρτα και έμπαινε στο κλουβί |
429 |
Είναι πολύ έξυπνο πουλί |
430 |
Αυτή η καταπίεση |
431 |
Αυτό το φάρμακο κόντεψε να με πεθάνει |
433 |
Πότε θα συνέλθει ο οργανισμός μου; |
434 |
Για τον έρπη |
436 |
Καταντάνε και τα δυο μου χέρια σαν να είναι κρέατα χωρίς την επιδερμίδα |
437 |
Είναι η κορτιζόνη μέσα στον οργανισμό μου... και ψήνομαι σαν τον Ιώβ |
439 |
Δηλαδή να μην μένει καιρός να ξύσω τα χέρια μου. Αυτό επιδιώκω |
440 |
Ο σατανάς είναι... Κάνανε δύο φορές εξέταση, και τις δύο φορές λάθος |
441 |
Εγώ δεν δίνω γνώμες όταν δεν ξέρω |
442 |
Εκφραστική σιωπή |
442 |
Άρρητη κατάσταση |
443 |
Η διόραση μέσον για να πεισθεί ένας στρατηγός |
444 |
Λέω σωστά χωρίς να ξέρω |
447 |
Έλεγα να γράψεις κάτω ένα χαρτάκι και να πεις |
448 |
ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΑΠΌ ΤΗΝ ΑΧΛΑΔΕΡΗ |
|
Η ταλαιπωρία είναι καλή. Η ευκολία δεν είναι καλή |
449 |
Τα γίδια με τριγυρίζανε |
450 |
Η αετοφωλιά |
451 |
Η εξημέρωσις του αετού |
452 |
Άμα μου πεις έτσι, δεν το κάνω |
454 |
Να μαζέψουνε αχινούς και πεταλίδες και χταπόδια και να μου τα φέρουνε εμένα; |
456 |
Από τα πιο φτηνά κεράκια |
458 |
Να σου πω τι λέει ο γάιδαρος; |
459 |
ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ |
|
Τα σκουφιά του αδελφού |
461 |
Αποσπάσματα τηλεφωνήματος του Γέροντος προς μοναχό του Αγίου Όρους |
462 |
ΔΙΑΦΟΡΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ |
|
Είναι πιο καλά να μην έχεις παιδί, τέτοια που είσαι |
469 |
Για την ομάδικη προσευχή υπέρ υγείας του αοιδίμου μητροπολίτου Φλωρίνης |
470 |
ΠΕΡΙ ΘΑΝΑΤΟΥ |
|
Πριν γίνω καλόγηρος εμάθαινα περί μνήμης θανάτου |
473 |
Μετά την καλογερική άλλαξα κατεύθυνση |
475 |
Είχα μια χαρά όταν μου ερχόταν για θάνατο |
480 |
Περιμένοντας τον θάνατο το 1983 |
482 |
Δεν ήθελα να βάλω στον νου μου τα εναέρια τελώνια, την κόλαση κι όλα αυτά... |
482 |
Έβλεπα ένα άστρο πάνου στον ουρανό |
483 |
"Κύριε, ό,τι θέλει η αγάπη σου" |
484 |
2 Δεκεμβρίου 1991 |
486 |
Ευχή Πασχαλινή του Γέροντος |
488 |
Πνευματική διαθήκη του Γέροντος |
488 |
Εκδόσεις του Ιερού Ησυχαστηρίου |
491 |